Να σας πω μια ιστορία; Ή καλύτερα, να σας πω ένα παραμύθι; Ξέρετε, σαν αυτά που μας λέγανε παιδιά, όταν ακούγαμε για τον ειδεχθή λύκο που ετοιμαζόταν να καταβροχθίσει την κοκκινοσκουφίτσα και λουφάζαμε τρομαγμένα στην αγκαλιά της μητέρας μας; Ένα τέτοιο παραμύθι είναι και το δικό μου μόνο που τα τέρατα στη δική μου ιστορία έχουν όλα ανθρώπινη μορφή. Διαβάστε το με προσοχή και ελπίζω να μην τρομάξετε γιατί δεν ξέρω κατά πόσον έχετε εύκαιρη τριγύρω την αγκαλιά της μητέρα σας για να λουφάξετε.
Ήταν λοιπόν κάποτε ένα μικρό βασίλειο γεμάτο φυσικές ομορφιές. Με ατελείωτες πεδιάδες, πανύψηλα βουνά, ορμητικά ποτάμια και γαλάζιες θάλασσες όπου το κύμα έσκαγε σε αμμουδερές ακρογιαλιές και οι άνθρωποι, που είχαν την τύχη να ζουν εκεί, ήταν συνήθως χαμογελαστοί. Λέμε συνήθως γιατί υπήρχαν αντικειμενικές δυσκολίες που κανείς δεν μπορούσε να αρνηθεί. Βλέπετε, παρότι το βασίλειο αύξανε διαρκώς τους φόρους του δεν κατόρθωνε να αναστρέψει το αρνητικό ισοζύγιο της οικονομίας του και βρισκόταν μονίμως χρεωμένο. Χρεωμένο στην Ομοσπονδιακή Αυτοκρατορία στην οποία υπάγονταν όλα τα βασίλεια εκείνης της εποχής. Το σύνολο λοιπόν αυτών των βασιλικών οφειλών μετακυλούσε στους υπηκόους που βαρυγκομούσαν και απορούσαν. Γιατί ποτέ αυτό το άτιμο χρέος δε φαινόταν να μειώνεται έστω και λιγουλάκι;