Η Μπλε Πεταλούδα, ο Τζίτζικας ο Κορδωτός και η Πασχαλίτσα η ροδομάγουλη

Ο Τζίτζικας ο Κορδωτός και η Μπλε Πεταλούδα ήταν ζευγάρι. Για δεύτερη φορά. Αλλά κι αυτός ο γύρος της σχέσης τους δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα. Τουλάχιστον έτσι ένιωθε η Μπλε Πεταλούδα, γιατί ο Τζίτζικας πίστευε πως όλα πάνε καλά ή κάπως καλύτερα από την πρώτη φορά. Βλέπετε, στον πρώτο γύρο του πολύπαθου ζευγαρικού τους βίου εκείνη τον κατηγορούσε ότι φτερουγίζει διαρκώς γύρω από όλες τις εντομούλες. Εκείνος πάλι την αποκαλούσε ανασφαλή και ζηλιάρα – αβάσιμα ζηλιάρα. Κι έτσι, ανάμεσα σε καβγάδες, σκηνές και ζαλισμένα φτερουγίσματα, εκείνη είχε ζητήσει να τραβήξει το κάθε έντομο τον δρόμο του: εκείνος να τραγουδά τα τζιτζικίσια τραγούδια του σε όσες εντομούλες θέλει κι εκείνη να φτερουγίζει όπου θέλει, ανέμελη όπως πριν.

Αλλά τι τα θες… Λίγο ο βαρύς χειμώνας, λίγο το κρύο, λίγο οι αλλόκοτες συναστρίες που ξυπνούσαν σε όλα τα έντομα τα βασικά τους ένστικτα, κι οι δύο ήρωές μας ξαναέσμιξαν. Όχι όμως με τις ίδιες προσδοκίες. Τούτη εδώ η δεύτερη φορά δεν είχε τη χαρά και την αισιοδοξία της πρώτης. Η Μπλε Πεταλούδα δεν ένιωθε καλά· αισθανόταν πως κάνει φτερουγίσματα προς τα πίσω. Μια λανθάνουσα θλίψη την είχε κυριεύσει και καθόταν βαριά και ανόρεχτα πάνω στα πέταλα των λουλουδιών, με τα θαμπωμένα πλέον μπλε της φτερά.

Βλέπετε, η ηρωίδα μας δεν ένιωθε εμπιστοσύνη. Όσο κι αν ήθελε να πιστέψει τις υποσχέσεις του Τζίτζικα του Κορδωτού πως με τον καιρό θα καταλάβει ότι μπορεί να τον εμπιστευτεί, κάποια πεταλουδίσια αίσθηση αυτοσυντήρησης την έκανε να κρατά την καρδιά της κλειστή, περιμένοντας να δει τι θα γίνει. Αλλά, ξέρετε, όταν ένα έντομο κλείνει την καρδιά του απέναντι σε ένα άλλο, τότε την κλείνει γενικά απέναντι στη ζωή. Και γι’ αυτό η Πεταλούδα μας ένιωθε μονίμως ένα γκρίζο σύννεφο μελαγχολίας να περνά πάνω από τα πλουμιστά της φτερά και να την τραβά προς τη γη σαν βαρίδι. Όμως ήθελε να πιστέψει – ήθελε πολύ να πιστέψει πως τώρα όλα θα είναι διαφορετικά και πως μπορεί να συνταιριάξει πραγματικά με τον Τζίτζικα και να ζήσουν όμορφα και απλά μέσα στο δάσος.

Αλλά, όπως γίνεται σχεδόν πάντα στα παραμύθια όπου κάποιος από τους ήρωες έχει ένα κακό προαίσθημα, αυτό βγήκε αληθινό. Ήρθε λοιπόν μια ωραία ημέρα που ο Τζίτζικας έκανε αυτό που δεν έπρεπε ποτέ να κάνει. Κι εδώ να σημειώσουμε, για να διευκολύνουμε την κατανόηση της ιστορίας, πως και τα έντομα έχουν μικρά smartphones με τα οποία επικοινωνούν μεταξύ τους – σας λέω όλη την παραμυθένια αλήθεια! Αν πλησιάσετε πολύ κοντά σε ένα έντομο, θα το δείτε να κρατά με τα ποδαράκια του ένα πλήρως λειτουργικό κινητό τηλέφωνο μινιατούρα.

Ο Τζίτζικας ο Κορδωτός με την Μπλε Πεταλούδα ήταν δύο πολυάσχολα έντομα, αλλά ήθελαν να μιλούν καθημερινά μεταξύ τους, γι’ αυτό χρησιμοποιούσαν τα τοσοδούλικα κινητά τους. Εκείνη λοιπόν την αποφράδα ημέρα, ο Τζίτζικας τηλεφώνησε στην Μπλε Πεταλούδα. Πετούσε προς το μάθημα χορού της σχολής των Εκτεντομιστών – εκεί πήγαινε κι η Μπλε Πεταλούδα παλιότερα, αλλά είχε σταματήσει. Έλεγε στα περισσότερα έντομα πως είχε σταματήσει γιατί δεν είχε σχεδόν καθόλου ελεύθερο χρόνο· αυτό όμως ήταν μόνο ένα μέρος της αλήθειας. Στην πραγματικότητα δεν άντεχε να βλέπει τον Τζίτζικα να κορδώνεται με ερωτικές διαθέσεις απέναντι σε άλλες εντομούλες που πήγαιναν στην ίδια σχολή χορού. Κι ας της έλεγε εκείνος πως γίνεται παρανοϊκή και ότι όλα αυτά ήταν γέννημα της φαντασίας της. Η διαίσθησή της την προειδοποιούσε από τον πρώτο κύκλο της σχέσης τους, αλλά εκείνη είχε επιλέξει να την καταπιέσει, με ολέθριες – όπως θα δείτε – συνέπειες.

Ξαναγυρίζουμε, λοιπόν, στην αποφράδα ημέρα. Ο Τζίτζικας ρώτησε την Μπλε Πεταλούδα τι θα έκανε εκείνο το βράδυ, κι εκείνη του απάντησε πως θα συναντούσε μια φίλη, τη Σοφή Μέλισσα, κι ότι θα πήγαιναν μαζί να καθίσουν σε ένα λουλούδι όπου συχνάζουν βιβλιόφιλα έντομα. «Α!» της λέει ο Τζίτζικας με ιδιαίτερα περίεργο τόνο. «Θα βγω κι εγώ!»

Κάποιο προειδοποιητικό καμπανάκι ήχησε στην καρδιά της ηρωίδας μας. «Με ποιους θα βγεις, Τζίτζικα;» τον ρώτησε. «Δεν ξέρω ακόμη. Θα δω», ήταν η απάντηση, και έκλεισαν το τηλέφωνο, με εκείνη να αισθάνεται την καρδιά της να φτερουγίζει από ανησυχία.

Οι ώρες πέρασαν, η Μπλε Πεταλούδα γύρισε στο λουλουδόσπιτό της μετά τη συνάντηση με τη Σοφή Μέλισσα και ο Τζίτζικας δεν απαντούσε ούτε στο τηλέφωνο ούτε σε μήνυμα. Μια αφόρητη στενοχώρια είχε βαρύνει τα φτερά της. Ώρες αργότερα τον είδε online στο Εντομοviber, αλλά όταν τον ρώτησε πού είχε εξαφανιστεί και γιατί δεν απαντούσε, εκείνος της είπε πως είχε πιει πολύ «αλκοολούχο νέκταρ» και ήθελε να κοιμηθεί.

Την επόμενη ημέρα η Μπλε Πεταλούδα δεν είχε καμία διάθεση να του μιλήσει. Φτερούγιζε μονάχη της στο δάσος, ανήσυχη και στενοχωρημένη. Καταλάβαινε πως κάτι είχε πάει εντελώς λάθος, αλλά δεν ήξερε τι. Ο Τζίτζικας – ο πρώην Κορδωτός – την πήρε τηλέφωνο αργά το απόγευμα, με βαρύ και απολογητικό ύφος.

«Τι έγινε χθες, Τζίτζικα;» τον ρώτησε ευθύς η Μπλε Πεταλούδα. Στην αρχή ο Τζίτζικας υπέκφευγε να απαντήσει· με τα πολλά αναγκάστηκε να παραδεχτεί το εξής : το προηγούμενο βράδυ είχε κάνει κάτι πολύ άσχημο, με ολέθριες συνέπειες για τη σχέση τους.

– Ποιο ήταν αυτό;
– Α, δεν μπορώ να σου πω, της απάντησε.
– Με ποιους; Με ποια; Με ποιον;
– Α, ούτε κι αυτό μπορώ να στο αποκαλύψω. Δε θέλω να ξύνουμε παλιές πληγές.

Η Μπλε Πεταλούδα νόμιζε πως ζει κάποια παράλληλη εφιαλτική πραγματικότητα. Όχι μόνο είχε κάνει κάτι πολύ άσχημο, αλλά δεν της έλεγε ούτε τι ήταν αυτό ούτε με ποια εντομούλα (είχε καταλήξει στο συμπέρασμα πως ήταν θηλυκό) το είχε κάνει. Ήταν, όμως, σίγουρη πως σχετιζόταν με το μάθημα χορού στους Εκτεντομιστές. Πήρε λοιπόν τηλέφωνο τη φίλη της, τη Λιβελούλα την καλή, που ήξερε πως πάει στην ίδια σχολή χορού. Εκείνη της είπε πως την ώρα που έφτανε η ίδια στο δικό της το μάθημα είχε δει τον Τζίτζικα τον Κορδωτό να μιλά και να γελά με την Πασχαλίτσα τη ροδομάγουλη.

Η Μπλε Πεταλούδα έκλεισε το τηλέφωνο συντετριμμένη. Ήξερε ποια ήταν η Πασχαλίτσα η ροδομάγουλη: μια εντομούλα με την οποία ο Τζίτζικας ο Κορδωτός της είχε πει πως είχε βγει λίγες φορές προτού τη γνωρίσει, αλλά ποτέ δεν είχε γίνει κάτι. Ήταν, έλεγε, δύο εντελώς διαφορετικά έντομα και δεν τον έλκυε καθόλου. Ήταν μια καλόκαρδη εντομούλα με καλή καρδιά, αλλά δεν υπήρξε ποτέ κάτι ερωτικό μεταξύ τους. Παρ’ όλα αυτά, η Μπλε Πεταλούδα αισθανόταν πως κάτι περισσότερο κρυβόταν πίσω από όλη αυτή την υποτιθέμενη «φιλία». Ο Τζίτζικας την αποκαλούσε υπερβολική και εντελώς εκτός πραγματικότητας, γιατί – έλεγε – δεν υπήρχε τίποτα, μα τίποτα, ανάμεσά τους.

Μετά από μια ταραχώδη τηλεφωνική συνομιλία, η Μπλε Πεταλούδα πήγε στο λουλουδόσπιτό του και του ζήτησε να της πει όλη την αλήθεια, ειδάλλως δε θα την ξανάβλεπε ποτέ. Ο Τζίτζικας, που ήταν πια σκυθρωπός, ανάμεσα σε κλάματα και λυγμούς, της εξομολογήθηκε τι είχε συμβεί: συνάντησε την Πασχαλίτσα τη ροδομάγουλη στο μάθημα χορού· μετά πήγαν στο λουλουδοταβερνείο απέναντι για να φάνε και ήπιαν αρκετό αλκοολούχο νέκταρ. Ο Τζίτζικας είχε ήδη καταναλώσει μεγάλες ποσότητες προτού πάει στον χορό. Κι αφού ήπιαν κι άλλο εκεί, είτε αυτός, είτε εκείνη πρότεινε να πετάξουν μέχρι τα νούφαρα στην περιοχή του Καβουριού, για να χαζέψουν τη θάλασσα και να συνουσιαστούν – όπερ και εγένετο, χωρίς καμία αναστολή, υπεκφυγή ή οτιδήποτε, τέλος πάντων, θα κρατούσε τα προσχήματα.

Η συνουσία, σύμφωνα με τον Τζίτζικα τον σκυθρωπό, δεν επετεύχθη, παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειές τους, διότι είχε καταναλώσει υπερβολικό νέκταρ και δεν μπορούσε να λειτουργήσει επαρκώς ωσάν το νταβραντισμένο έντομο που ήταν. Έπειτα, αφού επέστρεψαν, η Πασχαλίτσα τού είπε να διαλέξει όποια προτιμά η καρδιά του.

«Μα πώς το έκανα εγώ αυτό;» αναρωτιόταν, κλαίγοντας, ο Τζίτζικας. «Είχα καταναλώσει πολύ αλκοολούχο νέκταρ – η αλήθεια είναι ότι ουσιαστικά δεν καταλάβαινα τι έκανα. Εγώ φταίω, παρότι η Πασχαλίτσα πάντα μου κουνούσε το πολύχρωμο ποπουδάκι της, αλλά θα μπορούσα να μην αντιδράσω. Φταίει το νέκταρ, Πεταλούδα μου… Σε παρακαλώ, συγχώρεσέ με!».

Η Μπλε Πεταλούδα δεν ήθελε να τον συγχωρέσει. Μέσα από δάκρυα και λυγμούς της εξομολογήθηκε πως πάντα του ποποτριβόταν και πάντα υπήρχε σεξουαλική έλξη ανάμεσά τους, αλλά δεν ήθελε να της το πει, για να μη ζηλεύει. Ήταν αλήθεια: άφηνε υπονοούμενα και της έδινε αόριστες υποσχέσεις, γιατί τον κολάκευε το ενδιαφέρον της. Αλλά, αν η Μπλε Πεταλούδα ξαναγύριζε κοντά του, θα την έκοβε κατευθείαν και θα σταματούσε άμεσα και τη σχολή Εκτεντομιστών.

Η Μπλε Πεταλούδα γελούσε σαρκαστικά. Του είπε πως οποιοδήποτε αξιοπρεπές έντομο πρώτα θα έκοβε επαφή και μετά, ταπεινωμένο, θα ερχόταν να ζητήσει συγγνώμη. Όλα τα άλλα είναι ημίμετρα. Τον θεωρούσε τιποτένιο, ψεύτη και της αποδείκνυε πως εξαρχής είχε δίκιο· προφανώς, αυτή τη συμπεριφορά την ακολουθεί και με άλλες εντομούλες, λέγοντας ψέματα και γι’ αυτές.

Η ηρωίδα μας έφυγε και επέστρεψε στο λουλουδόσπιτό της, αλλά οι οχλήσεις από τον Τζίτζικα συνεχίζονταν. Της έλεγε πως την αγαπά, πως θα κάνει τα πάντα, να τον συγχωρέσει κ.τ.λ. «Γιατί κάνεις έτσι για ένα απλό μπαλαμούτι που δε σήμαινε τίποτα για μένα;» της έγραφε. Τον είχε πετύχει, λέει, σε αδύναμη στιγμή· εντάξει, αυτός έφταιγε, αλλά κι αυτή η Πασχαλίτσα… πάντα του κουνιόταν!

Έπειτα από αρκετούς καβγάδες και δύο εβδομάδες μετά τη «βόλτα στο Καβούρι», ο Τζίτζικας της είπε πως έκοψε εντελώς επαφή με την Πασχαλίτσα – κάτι που η ίδια η Πασχαλίτσα δεν περίμενε και τη στενοχώρησε πολύ. Και τώρα, κάποιος διέδιδε τη φήμη στη σχολή των Εκτεντομιστών ότι ο Τζίτζικας είχε ριχτεί στην Πασχαλίτσα τη ροδομάγουλη, εκείνη τον είχε αποκρούσει και γι’ αυτό δε μιλούσαν· είχαν τσακωθεί λόγω της ανάρμοστης συμπεριφοράς του κυρίου εντομοκαζανόβα. Η πραγματικότητα βέβαια ήταν τελείως διαφορετική αλλά το έντομο που φρόντισε να διαδώσει αυτή τη φήμη ή είχε εσφαλμένη γνώση των γεγονότων ή έλεγε συνειδητά ψέματα.

Η αλήθεια είναι πως για όλα έφταιγε ο Τζίτζικας – αυτή η πεποίθηση είχε ριζώσει αμετάκλητα στο μυαλό και την καρδιά της Μπλε Πεταλούδας. Συμπεριφέρθηκε σωστά η Πασχαλίτσα; Όχι από τη στιγμή που γνώριζε κιόλας πως ο Τζίτζικας είχε σχέση, αλλά ήταν εκείνος που της άνοιξε διάπλατα την πόρτα, κι ακόμη και μετά το συμβάν δεν την έκοψε κατευθείαν, όπως όφειλε, αν ήθελε να έχει οποιαδήποτε ελπίδα να διασώσει τη σχέση του με την Μπλε Πεταλούδα. Έπρεπε να περάσουν δύο εβδομάδες. Στο ενδιάμεσο άφηνε την Πασχαλίτσα τη ροδομάγουλη να ωρύεται εναντίον τους, να απειλεί με ξυλοδαρμό και τους δύο (τον Τζίτζικα δηλαδή και την Μπλε Πεταλούδα), και να αναρωτιέται πώς γίνεται ο Τζίτζικας να βάζει πάνω από αυτήν την Μπλε Πεταλούδα… Όσο τρελό κι αν ακούγεται, ακόμη και γι’ αυτό φταίει ο Τζίτζικας, και εκεί φαίνεται πόσα πολλά ψέματα είχε πει και στις δύο εντομούλες. Μάλιστα μετέφερε πράγματα που έλεγε η μία στην άλλη δυναμιτίζοντας ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Κάτι που είναι αληθινά ασυγχώρητο!

Τώρα η σχέση ανάμεσα στον Τζίτζικα και την Μπλε Πεταλούδα έχει οριστικά τελειώσει. Στα τελευταία του μηνύματα της έγραψε πως την αγαπά και θα την περιμένει, αλλά η Μπλε Πεταλούδα θα προτιμούσε να συμμετάσχει στην πρώτη επεντομομένη αποστολή του Έλον Μασκ για τον Άρη, παρά να τα ξαναβρεί με τον Τζιτζικοπαπάρη.

Σε επόμενο κείμενο θα αναφερθούμε στο φαινόμενο του τριγωνισμού που προσπάθησε να δημιουργήσει ο Τζίτζικας, για να ξέρουν όλες οι εντομούλες και οι γυναίκες πώς να αποφεύγουν τις κακοτοπιές.