Η βεβαιότητα της αβεβαιότητας

uncertainty

Κάπου κάπως κάποτε (σύμφωνα με τον αστικό μύθο) ένας άνθρωπος περπατούσε ξέγνοιαστος σ’ έναν μεγάλο εμπορικό δρόμο της Ελλάδας. Ίσως την Ερμού, δεν είμαι σίγουρη καθόσον ο αστικός μύθος έχει περάσει από χιλιάδες στόματα και δυσκολεύομαι να εντοπίσω την αρχή της προέλευσής του. Καθώς λοιπόν βάδιζε, μπορεί και σιγοτραγουδώντας, του ήρθε μία κατακέφαλη επιφοίτηση με τη μορφή μεγάλης διαφημιστικής ταμπέλας που μάλλον δεν ήταν γερά τοποθετημένη στις βάσεις της. Δε γνωρίζω τι είδους προϊόν διαφήμιζε η ταμπέλα αλλά ξέρω πως ο άνθρωπος δεν επιβίωσε από τη συνάντηση μαζί της.

Τι ακριβώς θέλω να πω με αυτό; Όχι πάντως να αποφεύγετε τους εμπορικούς δρόμους και να κοιτάτε ψηλά για ουρανοκατέβετες ταμπέλες. Ούτως ή άλλως αυτή την περίοδο, όπου όλα είναι κλειστά και οι διαφημίσεις δυσεύρετες, δύσκολα θα σας συμβεί κάτι παρόμοιο. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι, όπως ο θάνατος είναι το μόνο σίγουρο στη ζωή μας, το ίδιο ισχύει και για την αβεβαιότητα.

Ζούμε φυλακισμένοι στη ρουτίνα μας θεωρώντας πως αυτό θα μας προστατεύσει. Yep! Good luck with that! Η αλλαγή είναι αναπόφευκτη, εξίσου σίγουρη με το πέρασμα του χρόνου, το τικ τακ του ρολογιού που μας φέρνει κάθε στιγμή πιο κοντά στο αναπόφευκτο.

Προφανώς ο κόσμος μας βρίθει μεταβλητών συνθηκών, ας μην κρύβουμε το κεφάλι στην άμμο και τινάζουμε τα χέρια μας λες και είναι φτερά στρουθοκάμηλου. Και αυτός μύθος είναι άλλωστε, η στρουθοκάμηλος δε συμπεριφέρεται τόσο ηλιθιωδώς όταν νιώθει πως απειλείται. Εμείς όμως αγκιστρωνόμαστε στο φόβο και παραμένουμε κατατρομοκρατημένοι ενώ όλα τριγύρω αλλάζουνε και τίποτα ίδιο δε μένει. Sorry, Παπάζογλου.

Το ενδιαφέρον είναι πως με τούτη την “πανδημία” η μεταβλητότητα της ζωής μας έχει έρθει για τα καλά στο προσκήνιο. Ο μεγάλος ρόζ ελέφαντας που κυριαρχεί στο δωμάτιο δεν μπορεί πλέον να αγνοείται. Έχει έρθει σιμά μας και μας τσιγκλά με την προβοσκίδα στον ώμο για να τον προσέξουμε. Μας έχει κατσικωθεί στο σβέρκο και αυτό είναι ένα δυσβάσταχτο βάρος. Πώς μπορούμε να αγνοήσουμε έναν υπέρβαρο ελέφαντα και μάλιστα ροζ; Δεν είναι εφικτό, δεν ήταν ποτέ άλλωστε.

Η εποχή είναι ιδανική για να ξυπνήσουμε από διάφορες ενδιαφέρουσες ψευδαισθήσεις που μέχρι τώρα μας έλεγχαν. Αντί να περιμένουμε το κύμα να έρθει να μας πλακώσει, μπορούμε να γίνουμε σαν αυτούς τους υπέροχους surfers με την σταρένια, ηλιοκαμένη επιδερμίδα και την ξανθιά χαίτη καβαλώντας με τη σανίδα μας τη φουρτουνιασμένη θάλασσα. Και όταν η θάλασσα καταλάβει πως θέλουμε να πλεύσουμε μαζί της θα μας βοηθήσει. Μη φοβάστε. Δε χρειάζεται να φοβάστε. [Το γράφω για να το διαβάζω και να παίρνω κι εγώ θάρρητα]

Εγώ, μέχρι την επονομαζόμενη “πανδημία” που είχε ανακηρυχθεί έτσι προτού καλά καλά ξεσπάσει, ζούσα μία προβλεπόμενη ζωή και μία κάπως ανιαρή εργασιακή καθημερινότητα. Εργαζόμουν από το σπίτι μεν αλλά με ωράριο σε μία τυποποιημένη κατάσταση που είχε αρχίσει να μου προκαλεί ανία. Αυτή η επαγγελματική σχέση διακόπηκε απότομα με την έναρξη του πρώτου lockdown. Ξαφνικά βρέθηκα να πλέω σε άγνωστα θεωρητικά επικίνδυνα νερά με μηδενικό εισόδημα. Αυτό για έναν μέσο άνθρωπο/πολίτη του ελληνικού κράτους είναι διαρκής πηγή φόβου και ανασφάλειας, κοινώς ότι χειρότερο. Μας έχουν εκπαιδεύσει άλλωστε κατ’ αυτό τον τρόπο.

Ο καιρός πέρασε, θεωρητικά δεν έχω ανακάμψει πλήρως. Αλλά έχω αλλάξει. Κι έχω αλλάξει πολύ. Αυτή η κατ’ευφημισμό “πανδημία” με ξύπνησε από πολλές πλευρές. Έκανα αλλαγές στη ζωή μου που μέχρι πρότινος τις θεωρούσα ανέφικτες. Όχι, δε βρήκα την απροσμέτρητη ευτυχία και τον αιώνιο έρωτα στην αγκαλιά ενός τύπου που συνάντησα τυχαία στην ουρά έξω από το σουπερμάρκετ. Η ζωή μου δεν είναι νουβέλα τύπου άρλεκιν, τουλάχιστον όχι ακόμα. Αν συνεχιστεί βέβαια αυτή η κατάσταση μπορεί σε κάποιο σημείο να θυμίσει μυθιστόρημα του Dan Koontz.

Παρόλα ταύτα έχω αρχίσει να ωριμάζω στην ιδέα πως η ζωή είναι αβέβαιη και ότι ο πρωταρχικός μου σύμμαχος σε αυτή την πραγματικότητα είμαι εγώ. Αυτή τη σχέση οφείλω αρχικά να καλλιεργήσω και να ενδυναμώσω. Είναι σχέση ζωής αλλά φυσικά δεν είναι εύκολη γιατί εγώ δεν είμαι εύκολος άνθρωπος. Εδώ είναι το cue σου, αγαπημένη αδελφούλα, για να κάνεις το σχόλιό σου.

Αυτό το χρόνο της “πανδημίας” έχω γνωρίσει σε μεγαλύτερο βάθος τον εαυτό μου. Φυσικά δεν είναι μια διαδικασία στρωμένη με ροδοπέταλα, το έχω αναφέρει ουκ ολίγες φορές. Ζούμε σ’ έναν κόσμο πόλωσης και δεν έχω φτάσει ακόμα στο επίπεδο των guru που έχουν αποδεχτεί πλήρως τα αντιθετικά στοιχεία που υπάρχουν μέσα τους και τα έχουν ισορροπήσει. Ίσως να μη γίνει ποτέ αυτό αλλά θα συνεχίσω να προσπαθώ να με ανακαλύπτω διαρκώς.

Η ζωή μου είναι αβέβαιη, όπως είναι η ζωή όλων. Το καλό όμως είναι πως έχω βγει από την ψευδαίσθηση ότι τα πάντα είναι σίγουρα, ελαφρώς προδιαγεγραμμένα και βαρέως ανιαρά. Η συνήθεια είναι ο προθάλαμος της ρουτίνας και της απίστευτης υπαρξιακής βαρεμάρας. Ναι,μερικές φορές μου λείπει, η νωθρή αίσθηση της σιγουριάς, της πίτσας παρέα με νέτφλιξ και ο ύπνος με ανεβασμένο κατόπιν ζάχαρο, το δύσκολο ξύπνημα το επόμενο πρωί.

Τώρα καταλαβαίνω πως όλα υπόκεινται στη διαδικασία της αέναης μεταβολής και απροβλεψιμότητας. Κυριολεκτικά κι εγώ δεν ξέρω τι μου ξημερώνει. Με την καλή και την κακή έννοια, μ’ ένα αμάλγαμα και των δύο. Το καλό και το κακό έχουν συνενωθεί για να κάνουν τα πράγματα πιο ενδιαφέροντα. Αλλά είμαι αισιόδοξη. Η αδελφή μου θα έλεγε πως αυτό οφείλεται στ’ ότι είμαι Τοξότης και οι Τοξότες έχουν μία μη ρεαλιστική θεώρηση της πραγματικότητας. Χμμ, ίσως. Αλλά τι σημαίνει ρεαλιστικός; Είναι ρεαλισμός αυτό που ζούμε τον τελευταίο χρόνο;

Ίσως λοιπόν καταλήξω στα Highlands, να μένω σ’ ένα cottage μαζί με ανθρώπους που θα με αγαπούν και θα εκτιμούν την κάθε τους ημέρα μαζί μου, ενώ, πάντα δίπλα μου, θα κουνά την ουρίτσα της η σκυλίτσα μου. Και καθώς ο ήλιος θα βγαίνει κάθε πρωί στα Highlands θα κάθομαι μπροστά στο γραφείο μου που θα έχει άπλετη θέα στην ανατολή ανάμεσα από τα ψηλά δέντρα του δάσους και θα κάνω αυτό που μου αρέσει να κάνω περισσότερο απ’όλα, να γράφω.

Φωτογραφία προ επεξεργασίας από εδώ