O γοητευτικός ηγέτης με τις μακριές βλεφαρίδες χτυπούσε τα δάχτυλά του ρυθμικά επάνω στο στρογγυλό τραπέζι. Το χοντρό χρυσό δαχτυλίδι με το μεγάλο ρουμπίνι στραφτάλιζε σε κάθε ελαφρύ χτύπημα. Η αξία του ήταν τόσο μεγάλη που θα μπορούσε να εξαγοράσει τουλάχιστον μία δυτικοευρωπαϊκή χώρα όμως αυτό το ασήμαντο γεγονός δεν τον απασχολούσε καθόλου εκείνη τη στιγμή. Αισθανόταν ενοχλημένος, περιφρονημένος και απεχθανόταν να νιώθει έτσι. Κοίταξε τους υπόλοιπους έντεκα που κάθονταν περιμετρικά γύρω του και ο θυμός του φούντωσε ακόμα περισσότερο. Όλοι οι άλλοι είχαν έρθει στην ώρα τους αλλά εκείνη πάλι…
Η βαριά δρύινη πόρτα άνοιξε κι εκείνη πρόβαλε στο κατώφλι της ψηλοτάβανης αίθουσας. To τακούνι της Manolo Blahnik γόβας της βυθίστηκε στην παχιά μοκέτα που κάλυπτε το μαρμάρινο δάπεδο καθώς κατευθυνόταν στη μοναδική κενή θέση που είχε απομείνει. Τράβηξε την καρέκλα και κάθισε δίπλα στον άντρα με τις μακριές βλεφαρίδες χαμογελώντας. Δώδεκα ζευγάρια μάτια και δώδεκα παγωμένα βλέμματα στράφηκαν προς το μέρος της. Το χαμόγελό της πλάτυνε ακόμα περισσότερο και γυρνώντας στον άντρα δίπλα της του έστειλε ένα φιλάκι στον αέρα.
Αν μπορούσε θα την είχε σκοτώσει επιτόπου. Αντί για αυτό μάζεψε τα χέρια του από το τραπέζι, τα έκλεισε σε γροφιές και τα έσφιξε ανάμεσα στα γόνατά του. Ήταν μία ενστικτώδης κίνηση που από παιδί τον έκανε να νιώθει καλύτερα. Δεν ήταν ώρα για βίαιες εκρήξεις. Δε θα έπαιζε το παιχνίδι της. Ήξερε πολύ καλά το λόγο που είχε αργήσει. Ήθελε να εμφανιστεί τελευταία για να κάνει εντυπωσιακή είσοδο. Η γυναίκα δεν ήταν ιδιαίτερα ευφυής. Η δίψα της για εξουσία είχε ροκανίσει εδώ και καιρό οποιαδήποτε νοημοσύνη της είχε απομείνει. Της έριξε μία ακόμα πλάγια ματιά. Το χαμόγελό της του θύμιζε τον Τζόκερ στην κορύφωση της παράνοιάς του. Στην πραγματικότητα η γυναίκα ήταν πιο τρελή από τον Τζόκερ. Απλά είχε την τύχη να γεννηθεί σε αριστοκρατική οικογένεια που την προόριζε από την πρώτη στιγμή για τη θέση της ηγέτιδας στη χώρα της. Το ίδιο και όλοι όσοι βρίσκονταν εδώ μέσα. Η αφρόκρεμα της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής είχε συγκεντρωθεί σήμερα σε αυτή την αίθουσα μυστικά απ’ όλο τον πλανήτη. Έπρεπε να συντονίσουν τη δράση τους που θα καθόριζε τις τύχες δισεκατομμυρίων. Εκείνοι στους οποίους λογοδοτούσαν το είχαν ζητήσει επιτακτικά και όλοι οι παρευρισκόμενοι γνώριζαν πως Εκείνοι ζητάνε κάτι μόνο μία φορά και δε χρειάζεται να το επαναλάβουν.
Όπως το είχε προβλέψει η διπλανή του άνοιξε το στόμα της και προσπάθησε να προκηρύξει την έναρξη της συνεδρίασης. Δεν την άφησε. Σήκωσε το χέρι για να τη σταματήσει και μίλησε με τη δυνατή καθαρή άρθρωση για την οποία ήταν τόσο γνωστός. Οι μακριές του βλεφαρίδες πετάρισαν σαν φτερούγες πουλιού.
“Καλημέρα σας, κυρίες και κύριοι”. Αγνόησε το ρουθούνισμα που πρόδιδε την ενόχλησή της. Όλοι εκεί μέσα ήταν υποχρεωμένοι να ανέχονται ο ένας τον άλλο προκειμένου να φέρουν εις πέρας το έργο που είχαν αναλάβει. Οι προσωπικές συμπάθειες ή αντιπάθειες ήταν άσχετες με την αναγκαστική συμμαχία τους.
“Έχουμε συγκεντρωθεί εδώ” συνέχισε “προκειμένου να αντιμετωπίσουμε το φλέγον θέμα της ολοένα και αυξανόμενης αντίστασης του παγκόσμιου πληθυσμού”. Πήρε μία βαθειά ανάσα και κοίταξε τους υπόλοιπους με τα γαλάζια εκείνα μάτια που είχαν ραγίζει χιλιάδες κοριτσίστικες καρδιές στη χώρα του. “Βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής όπου είναι απαραίτητο να ληφθούν ορισμένες κρίσιμες αποφάσεις προτού είναι πολύ αργά” Γύρισε και κοίταξε μειδιώντας τη γυναίκα. Το χαμόγελό της είχε μετατραπεί σε μία στραβωμένη γκριμάτσα θυμού. “Προκηρύσσω λοιπόν την έναρξη αυτής της συνεδρίασης. Όποιος θέλει να μιλήσει θα ζητά πρώτα το λόγο”.
Ένα χέρι σηκώθηκε σχεδόν προτού ολοκληρώσει τη φράση του, από την απέναντι πλευρά του στρογγυλού τραπεζιού. Ο γοητευτικός ηγέτης συγκράτησε έναν αναστεναγμό. “Πάλι αυτός;” σκέφτηκε. Το φυτό της τάξης, ο γλύφτης που απεχθάνονταν όλοι. Το ταμπελάκι που βρισκόταν μπροστά από τον μελαμψό άντρα έγραφε “Ναπολέοντας”. Φυσικά δεν ήταν το πραγματικό του όνομα. Ένα από τα πράγματα που είχαν καθιερώσει σε αυτές τις μυστικές συναντήσεις ήταν να χρησιμοποιούν ψευδώνυμα, ένα ακόμα μέτρο προστασίας. Ορισμένοι όμως το παράκαναν με την επιλογή ονομάτων όπως η “Πολυάννα” που είχε εμφανιστεί τελευταία στη συνεδρίασή τους. Ο άντρας με τις μακριές φλεβαρίδες ήταν ο “Τεν Τεν”.
Ο “Ναπολέοντας” έβηξε προσπαθώντας να καθαρίσει το λαιμό του ή ίσως για να κάνει μία πιο εντυπωσιακή εισαγωγή. Πάντα ήταν κάπως θεατράλε. Αν και ηγέτης μίας μουσουλμανικής χώρας ογδόντα εκατομμυρίων συμπεριφερόταν σαν το κομπλεξικό παιδί που προσπαθούσε να χωθεί ικετεύοντας μέσα στην παρέα τους. Ο “Τεν τεν” τον θεωρούσε έναν χοντροκομμένο χωριάταρο που γνώριζε μόνο πως να χρησιμοποιεί ωμή βία. Παρόλα αυτά του έκανε νόημα να μιλήσει.
O μελαμψός άντρας έριξε ένα βλέμμα τριγύρω κι έπειτα χάιδεψε το μουστάκι του. Ένα γελάκι ξέφυγε από την ”Πολυάννα” που έκανε τον “Τεν Τεν” να παγώσει. Δεν είχαν τη χρονική πολυτέλεια να ανεχθούν τις υστερίες της. Πίστευε ότι θα την είχαν πιέσει να λάβει τη φαρμακευτική της αγωγή προτού έρθει στη συνεδρίαση. Τα πράγματα ήταν πολύ κρίσιμα για να διαταραχθεί η συνάντησή τους από τις παράνοιές της.
“Αγαπητοί συνδαιτημόνες” ξεκίνησε σε σπαστά αγγλικά με βαριά φωνή. “Βρισκόμαστε σε μία κρίσιμη περίοδο. Οι μάζες έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει. Στη χώρα μου καθημερινά αντιμετωπίζω μικροεστίες αντίδρασης που όμως τείνουν να διευρύνονται. Προς το παρόν, σύμφωνα με τις γενικές οδηγίες που ακολουθούμε όλοι, δεν τις έχω καταστείλει με τη σφοδρότητα που θα επιθυμούσα. Όμως δε σας κρύβω πως ανησυχώ γιατί οι μικροεστίες είναι εύκολο να γίνουν από σπινθήρες μία μεγάλη πυρκαγιά που θα μας κάψει όλους. Προτείνω λοιπόν αυτό που υποστήριζα από την αρχή. Άμεση εφαρμογή βίαιης καταστολής”. Και με αυτή τη φράση χάιδεψε πάλι το μουστάκι του χαμογελώντας. Ο “Τεν Τεν” τον κοίταξε με μισόκλειστα μάτια. Αισθανόταν αηδία για την απλοϊκότητα της σκέψης του μελαμψού άντρα. Ίσως θα έπρεπε να κανονίσει με τους υπολοίπους ένα πραξικόπημα στη χώρα του για να τον ξεφορτωθούν. “Δεν υπήρχε χώρος στην ομάδα τους και για βλάκες πέρα από παρανοϊκούς“ σκέφτηκε κοιτάζοντας τη διπλανή του.
“Είσαι πέρα για πέρα ηλίθιος” ακούστηκε μία φωνή από την απέναντι πλευρά του τραπεζιού. Ένας ασπρομάλλης άντρας είχε σηκωθεί από την καρέκλα του και στηριζόταν με τα χέρια του στο τραπέζι σα να ετοιμαζόταν να εκφενδονιστεί προς την πλευρά του μουσουλμάνου ηγέτη. Το ταμπελάκι μπροστά του έγραφε “Πεταλούδας”. Δεν ήταν ακόμα ηγέτης της χώρας του αλλά ήταν μέλος της ομάδας τους και όλοι περίμεναν στις επόμενες εκλογές να καταλάβει τον προεδρικό θώκο. Αυτή η στρατηγική νίκη θα τους έδινε οριστικό πλεονέκτημα.
“Πως μπορείς να είσαι τόσο χαζός;” Το πρόσωπο του “Πεταλούδα” είχε γίνει κατακόκκινο και μία φλέβα είχε φουσκώσει στο μέτωπό του. “Μειονεκτούμε σε αριθμούς. Καταλαβαίνεις πως θα αντιδράσουν τα πρόβατα; Όσο άμυαλα και αν είναι υπερτερούν αριθμητικά και θα μας αφανίσουν”. Ο “Τεν Τεν” ξαφνιάστηκε από τη συνοχή του λόγου του. Ήταν σε όλους γνωστό πως ο άντρας βρισκόταν σε προχωρημένο στάδιο άνιας. Μάλλον θα είχε μία από τις καλές του ημέρες.
Ο “Ναπολέοντας” ξερόβηξε. Προσπάθησε να κοιτάξει τον ασπρομάλλη άντρα στα μάτια αλλά έπειτα χαμήλωσε το βλέμμα. Η φωνή του ακούστηκε σαν εκείνη ενός άτακτου παιδιού που ήταν έτοιμο να κάνει ζαβολιά. “Όχι, αν χρησιμοποιήσουμε το λέιζερ” πρόσθεσε κι έπειτα μαζεύτηκε περισσότερο στη θέση του.
Ο “Τεν Τεν” πετάρισε σοκαρισμένος τις βλεφαρίδες του αλλά προτού προλάβει να αντιδράσει είδε με την άκρη του ματιού του τον “Πεταλούδα” να σκαρφαλώνει επάνω στο τραπέζι και να προσπαθεί να τρέξει προς τον “Ναπολέοντα”. Δεν πρόλαβε γιατί οι δύο άντρες που κάθονταν στις θέσεις δεξιά και αριστερά του είχαν ταυτόχρονα βουτήξει τα πόδια του και τον είχαν ρίξει κάτω. Ένα συνοθύλευμα κραυγών ξέσπασε μέσα στην αίθουσα. Η μόνη που έδειχνε να παραμένει απαθής ήταν η καγκελάριος της δυτικοευρωπαϊκής χώρας. Έμεινε να τους παρατηρεί βουβή με τα χέρια σταυρωμένα κάτω από το πιγούνι της. Ποτέ της δεν είχε έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις. Βασικά ποτέ της δεν είχε συναισθηματικές αντιδράσεις.
Ο “Πεταλούδας” επέστρεψε στη θέση του ξεφυσώντας και κεραυνοβόλησε με το βλέμμα του τον μουσουλμάνο ηγέτη. Το ήξεραν όλοι πως δεν ανήκε στη λίστα με τα αγαπημένα του πρόσωπα αλλά αυτές δεν ήταν οι κατάλληλες περιστάσεις για να εκφράσει την απέχθειά του. Όυτως ή άλλως κανείς εκεί μέσα δε συμπαθούσε κανέναν. Ήταν η ανάγκη και οι διαταγές χάραξης κοινής στρατηγικής που τους είχαν ενώσει.
“Σιχαμένο τοξικό κατάλοιπο μίας οπισθοδρομικής θρησκευτικής σέχτας, πως τολμάς και προτείνεις κάτι τόσο ηλίθιο;” Οι φλέβες στο λαιμό του πετάγονταν έτοιμες να εκραγούν. “Ξέρεις πολύ καλά πως έχουμε εντολές να μη χρησιμοποιούμε αυτού του είδους τα όπλα έτσι δημόσια. Φαντάζεσαι τι θα γινόταν αν εμφανιζόσουν με έναν κανόνι λέιζερ σε μία πορεία και εξαφάνιζες όλους τους διαδηλωτές; Έχεις τη στοιχειώδη νοημοσύνη να καταλάβεις τι θα μας έκαναν Εκείνοι; Δε θέλουμε να αφανίσουμε τα πρόβατα. Είναι χρήσιμα. Θέλουμε να τα ελέγξουμε. Αν τα αφανίσουμε, καθυστερημένε στρατόκαβλε, ποιος θα απομείνει για να κινεί τις οικονομίες ανά τον κόσμο;”
Την ίδια στιγμή ένα υστερικό γέλιο ακούστηκε και σκέπασε όλες τις άλλες φωνές στην αίθουσα. Η “Πολυάννα” φαινόταν να είχε πάθει μία ακόμα από τις κρίσεις της. Σάλια πετάγονταν από το στόμα της και τα μάτια της είχαν γεμίσει δάκρυα. Όλοι σώπασαν γιατί ήξεραν τι θα επακολουθούσε. Ο “Τεν Τεν” πάτησε αμέσως το κόκκινο κουμπί που βρισκόταν κάτω από τη θέση του και προσπάθησε να σηκωθεί από την καρέκλα του αλλά δεν ήταν αρκετά γρήγορος. Η “Πολυάννα” στράφηκε γοργή σαν αίλουρος κι έπεσε επάνω του ρίχνοντάς τους και τους δύο στο πάτωμα.
Σχεδόν αμέσως η βαριά δρύινη πόρτα άνοιξε και δύο γεροδεμένοι τύποι με μαύρα κουστούμια έτρεξαν προς το μέρος τους. Άρπαξαν τη γυναίκα που είχε βάλει τα χέρια της επάνω στο λαιμό του “Τεν Τεν” και τον έσφιγγε με όλη της τη δύναμη. Οι υπόλοιποι παρευρισκόμενοι συνέχισαν να κάθονται σιωπηλοί στις θέσεις τους μέχρι που οι φύλακες κατάφεραν να την ξεκολλήσουν από επάνω του. Οι δύο άντρες έφυγαν σέρνοντας πίσω τους τη γυναίκα που ούρλιαζε και προσπαθούσε να τους κλοτσήσει. Η πόρτα έκλεισε.
Ο νεαρός ηγέτης με τις μακριές φλεβαρίδες τρέκλισε με κόπο προς τη θέση του και κάθισε ξεσφίγγοντας τη γραβάτα του. Νεκρική ησυχία επικρατούσε στην αίθουσα. Κανένας δεν πρόσφερε ένα λόγο συμπάθειας και κανείς δε σηκώθηκε να τον βοηθήσει. Δεν υπήρχε λόγος να κρατάνε μεταξύ τους τα προσχήματα. Η γυναίκα ήταν ένα σημείο στο σώμα της ομάδας τους που είχε αρχίσει να βγάζει γάγγραινα και έπρεπε να το κόψουν. Ήξερε πως Εκείνοι είχαν ήδη μάθει τι είχε συμβεί και θα φρόντιζαν να την “αποσύρουν” σταδιακά.
Ήπιε λίγο νερό από το ποτήρι που βρισκόταν τοποθετημένο δεξιά του. “Θα πρότεινα να κάνουμε ένα διάλειμμα” είπε με βραχνή φωνή που μόλις ακουγόταν “για να συνέλθουμε και επανερχόμαστε”. Οι ηγέτες σηκώθηκαν και βγήκαν ένας ένας από την αίθουσα αφήνοντάς τον μόνο του. Έβηξε για να καθαρίσει το λαιμό του και ήπιε λίγο ακόμα νερό. Οι βλεφαρίδες του πετάρισαν ακόμα μία φορά. Αναρωτήθηκε μήπως θα ήταν καλύτερα να τα παρατήσει όλα και να εξαφανιστεί αλλά ήξερε πως αυτό δε θα έβγαζε πουθενά. Εκείνοι θα τον ανακάλυπταν και θα φρόντιζαν να πληρώσει. Είχε συμβεί στο παρελθόν σε πολλούς άλλους. Έκρυψε το πρόσωπό του στα χέρια του και δέχτηκε το πεπρωμένο του. Δε μπορούσε να κάνει αλλιώς.